Επιχειρείται εκ νέου η προσπάθεια για φορολόγηση των απροσδόκητων κερδών (windfall profits) των κυπριακών τραπεζών, προσπάθεια που επιστρέφει σχεδόν μετά από ένα χρόνο.
Η Βουλή επιχειρεί να θέσει την Κύπρο ως την 4η χώρα ανάμεσα σε 19 που θα έχει ειδική νομοθετική ρύθμιση για την επιβολή εκτάκτου φόρου στα κέρδη των τραπεζών μέσω πρότασης νόμου. Μόνο η Ισπανία, η Ουγγαρία και η Πορτογαλία έχουν αντίστοιχο έκτακτο φόρο επί των κερδών των τραπεζών, ενώ Αυστρία, Βουλγαρία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Εσθονία, Ιταλία, Κροατία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία, Σλοβενία και Φινλανδία, δεν έχουν υιοθετήσει τέτοιου είδους πολιτική.
Η Κύπρος ήταν από τις χώρες που προχώρησε σε σημαντικές τομές στον τραπεζικό της τομέα, αποτινάσσοντας τις κακές πρακτικές και τα χρόνια μετά την κρίση της στοίχισαν ακριβά. Οι κυπριακές τράπεζες επί μία δεκαετία μετά την κρίση είτε παρουσίαζαν ζημιές, είτε χρησιμοποιούσαν τα περιορισμένα κέρδη που παρουσίαζαν για δημιουργία προβλέψεων, ώστε να είναι δυνατές για το μέλλον και να χτίσουν άμυνες στο απαιτητικό κανονιστικό περιβάλλον που δραστηριοποιούνται.
Και όμως, οι τράπεζες ακόμα και στα δύσκολα χρόνια που ακολούθησαν το 2013 κατέβαλαν ειδικό φόρο της τάξης του 0,15% πάνω στις καταθέσεις και αν υπολογιστούν τα χρήματα σωρευτικά που έχουν καταβληθεί έως σήμερα φτάνουν τα 500 εκατομμύρια ευρώ. Παρ’ όλη την κρίση και τα πυρά που δέχονται από πολίτες και από τη Βουλή ανά τακτά χρονικά διαστήματα, τα 500 εκατομμύρια ευρώ αποδεικνύουν εμπράκτως πως, ήταν από τους ιδιωτικούς οργανισμούς που αναγνώρισαν τη δεινή θέση που βρισκόταν η χώρα και θέλησαν να «βάλουν πλάτη».
Επιμένουν οι Βουλευτές
Τον Ιούλιο του 2023 η Υπηρεσία Ερευνών, Μελετών και Εκδόσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων δημοσιοποίησε σχετική έρευνα για τη φορολόγηση κερδών των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Όπως προκύπτει από την έρευνα, στη συντριπτική πλειοψηφία των χωρών δεν υπάρχει ειδική νομοθετική ρύθμιση για την επιβολή έκτακτου φόρου. Σύμφωνα με την έρευνα, δεν είναι μόνο κυπριακό φαινόμενο η προσπάθεια για έκτακτη φορολόγηση, αλλά η επιβολή μιας τέτοιας φορολογίας απασχολεί ορισμένα κοινοβούλια στην Ευρώπη, όπως της Βουλγαρίας, της Γαλλίας, της Εσθονίας, της Λετονίας, της Λιθουανίας και της Πολωνίας. Τα παραπάνω κράτη όμως, δεν έχουν ειδικό φόρο επί των καταθέσεων όπως έχουν οι κυπριακές τράπεζες, παράμετρος που πρέπει να προσμετράται.
Είναι γεγονός πως, μπαίνει ξανά στο κυπριακό κάδρο το σενάριο μίας έκτακτης φορολόγησης στις τράπεζες, «πακέτο» όμως με φορολόγηση των απροσδόκητων κερδών (windfall profits) στον τομέα της ενέργειας. Ο τομέας της ενέργειας είναι ένα εντελώς διαφορετικό κεφάλαιο και δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με ίδιους χειρισμούς, καθότι πράγματι οι τιμές της ενέργειας βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα και θα πρέπει να υποστηριχθούν από το κράτος οι πολίτες που χρήζουν βοηθείας.
Μεγάλα κέρδη αλλά για πόσο;
Οι κυπριακές τράπεζες είχαν υψηλά κέρδη το 2023 και πιθανόν αυτή η τάση θα συνεχίσει και το 2024. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχει προαναγγείλει τις επόμενές της κινήσεις για μείωση των επιτοκίων, ενώ παράλληλα οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι είναι μεγάλοι. Τον Μάρτιο του 2024, ένας εκ των τεσσάρων μεγάλων Οίκων Αξιολόγησης, ο DBRS, τόνισε στην αξιολόγηση του αξιόχρεου της χώρας πως, οι προοπτικές της ανάπτυξης είναι εκτεθειμένες σε σημαντικούς καθοδικούς κινδύνους, όπως της κλιμάκωσης της στρατιωτικής σύγκρουσης στην Ουκρανία και μιας παρατεταμένης διαταραχής στο εμπόριο στην Ερυθρά Θάλασσα.
Ο DBRS θεωρεί ότι οι αξιολογήσεις της Κύπρου συνεχίζουν να περιορίζονται από το μικρό μέγεθος της κυπριακής οικονομίας που βασίζεται στις υπηρεσίες, κάτι που καθιστά την Κύπρο ευάλωτη σε εξωγενείς κινδύνους. Σύμφωνα με τον DBRS, εστίες ευπάθειας μπορεί να δημιουργηθούν από τη σημαντική άνοδο στα επιτόκια, καθώς ναι μεν αύξησαν τα κέρδη των τραπεζών, εντούτοις ενίσχυσαν το βάρος εξυπηρέτησης των δανείων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, αφού τα περισσότερα δάνεια συνδέονται με κυμαινόμενα επιτόκια.
Μία επιπλέον φορολόγηση θα αποδυναμώσει το «μαξιλάρι» κερδών που πρέπει να έχουν οι τράπεζες και είναι άγνωστη η αντίδραση των Οίκων σε μελλοντικές αξιολογήσεις, κάτι που δεν πρέπει να παραγνωρίζεται.